Μία από τις πιο μεγάλες τραγωδίες του τελευταίου πολέμου έπληξε τη

Γιουγκοσλαβία στις 11.49 χθες το μεσημέρι. Οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις έπληξαν τοπικό

τρένο που πήγαινε από το Βελιγράδι στο Ρίστοβατς (στα σύνορα με Σκόπια), με

αποτέλεσμα να σκοτωθούν 10 και να τραυματισθούν άλλοι 20. Στο μεταξύ, έξω από

την Πρίστινα χτυπήθηκε Ι.Χ., με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι 3 επιβάτες του. Οι

σφοδροί βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν και τη νύχτα. Στο κέντρο του Βελιγραδίου

ακούγονταν εκρήξεις από το Νότο και φαίνονταν από όλα τα σημεία του συνεχή

αντιαεροπορικά πυρά.

ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ

Το τοπικό τρένο είχε περάσει από το Λέσκοβατς και χτυπήθηκε 15 χιλιόμετρα έξω

απ’ αυτό, στη γέφυρα Μπιστρίσκα τής Γκριντελίσκα – Κλεισούρας.

Το βαγόνι που χτυπήθηκε τυλίχθηκε αμέσως στις φλόγες, ενώ την ίδια ώρα άλλα 3

βαγόνια εκτροχιάσθηκαν.

Αμέσως, κάτοικοι της περιοχής και στρατιωτικές δυνάμεις που έσπευσαν μετέφεραν

τους τραυματίες στο νοσοκομείο του Λέσκοβατς (280 χιλιόμετρα νοτίως του

Βελιγραδίου). Τα πτώματα των 10 ­ ανάμεσά τους ένα παιδί ­ ήταν απανθρακωμένα.

Οι αρχικά συγκεχυμένες πληροφορίες έκαναν λόγο για 2 νεκρούς, αλλά αργότερα ο

διευθυντής της τοπικής τηλεόρασης του Λέσκοβατς, καθώς και το γιουγκοσλαβικό

πρακτορείο Τανγιούγκ, έδωσαν τα στοιχεία για τους 8 νεκρούς και τους 20

τραυματίες Σέρβους. Η αμαξοστοιχία 393 είχε μόλις εξέλθει από ένα από τα πολλά

τούνελ που έχει η περιοχή και δέχθηκε τη ρουκέτα στο 2ο βαγόνι της.

Λίγο αργότερα και τα άλλα 3 βαγόνια που εκτροχιάσθηκαν άρπαξαν φωτιά.

Πάντως, η νέα επίθεση «καταμεσήμερο» προκάλεσε έντονο σκεπτικισμό στο

Βελιγράδι, κάτι που επέσπευσε και την υπερψήφιση της συμμαχίας Γιουγκοσλαβίας

– Ρωσίας – Λευκορωσίας.

Για τη συμμαχία


Η αμαξοστοιχία 393. Μόλις βγήκε από ένα από τα πολλά τούνελ που έχει η

περιοχή δέχθηκε τη ρουκέτα στο 2ο βαγόνι

Έτσι, χθες το μεσημέρι, λίγο μετά τον βομβαρδισμό της γέφυρας, η απόφαση της

Ομοσπονδιακής Βουλής της Γιουγκοσλαβίας ­ και των δύο Σωμάτων, της Άνω και της

Κάτω ­ για τη συγκρότηση συμμαχίας με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία «ήρθε στην

ώρα της», όπως υποστηρίζει κυβερνητική πηγή του Βελιγραδίου. Και εκ των

πραγμάτων αποτελεί ένα πολύ σημαντικό νέο δεδομένο για την εξέλιξη της κρίσης

στα Βαλκάνια.

Η «ιστορική απόφαση», όπως τη χαρακτηρίζουν εδώ στο Βελιγράδι όλοι οι

Γιουγκοσλάβοι, ακόμη και ο αντιπρόεδρος Ντράσκοβιτς που την ψήφισε με

επιφυλάξεις, θέτει νέους κανόνες στο παιχνίδι.

Κι αυτό μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα αν διαβάσει κανείς τις δηλώσεις του

προέδρου της ρωσικής Δούμα, Γενάντι Σελεσνιόφ, ο οποίος συνάντησε πριν από

λίγες μέρες τον Μιλόσεβιτς. Στις δηλώσεις του αυτές ο Σελεσνιόφ προέτρεπε τη

Γιουγκοσλαβία να συνάψει αυτή τη συμμαχία, με πρώτο στόχο τη σύσφιγξη των

οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία.

Η ψήφιση της απόφασης με μία μόνο ψήφο κατά, ύστερα από σύντομες ομιλίες των

κοινοβουλευτικών εκπροσώπων και την κοινή εισήγηση των προεδρείων των δύο

Σωμάτων, ήταν χθες αντικείμενο πολλών συζητήσεων και αναλύσεων στη

γιουγκοσλαβική αλλά και στη ρωσική τηλεόραση.

Συνεχή χτυπήματα

Πάντως, ακόμη και με αυτή την κίνηση το «σενάριο» δεν έχει αλλάξει γι’ αυτή

την τραυματισμένη χώρα. Οι σειρήνες στη Γιουγκοσλαβία ηχούν συνεχώς, κυρίως

από τις 8 το βράδυ έως τις 8 το πρωί. Ο κόσμος το έχει πάρει… αψήφιστα,

πολλοί επιστρατεύουν το χιούμορ τους κατά του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών και

χιλιάδες Γιουγκοσλάβοι δείχνουν στις συναυλίες, στις γέφυρες που φρουρούν με

τις ζωές τους και στα καταφύγια όπου πηγαίνουν τα βράδια, ότι θα αντέξουν για

πολύ καιρό.

Οι βομβαρδισμοί δεν έχουν τέλος! Ακόμα και ξημερώματα Πάσχα στο Βάλιεβο,

νοτίως του Βελιγραδίου, στο Σόμπορ της Βοϊβοντίνα και στην Κουσούρνα της

Πρίστινα, ισοπεδώθηκαν σπίτια και άδειες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και

σκοτώθηκαν, σε κατοικημένες περιοχές, 6 Σέρβοι ­ 23 τραυματίσθηκαν.

Το μεγαλύτερο διυλιστήριο

Το πρακτορείο Τανγιούνγκ μετέδωσε ότι οι αεροπορικές επιδρομές του ΝΑΤΟ κατά

τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου προκάλεσαν τεράστιες ζημιές ­ υπολογίζεται ότι

ξεπερνούν τις 500.000 δολάρια ­ στο μεγαλύτερο διυλιστήριο πετρελαίου της

Γιουγκοσλαβίας στο Πάντσεβο και ότι θα περάσει μεγάλο διάστημα μέχρι να

λειτουργήσει πάλι.

Στόχος ΝΑΤΟϊκών επιθέσεων έγινε και πάλι σήμερα τα ξημερώματα η πρωτεύουσα του

Κοσσυφοπεδίου Πρίστινα. Τουλάχιστον 15 εκρήξεις συγκλόνισαν την περιοχή.

Οι στόχοι

Το κακό συνεχίστηκε και χθες τα ξημερώματα, όταν 6 ρουκέτες αποτέλειωσαν τις

εγκαταστάσεις της Zastava στο Κραγκούγεβατς, νοτίως του Βελιγραδίου, όταν

βομβαρδίστηκαν οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στο Πάντσοβο, είκοσι χιλιόμετρα

από το Βελιγράδι, το εργοστάσιο «14 Οκτώβρη» που παράγει μηχανήματα οδοποιίας

και ο θερμοηλεκτρικός σταθμός του Κρούσεβατς, αλλά και στρατιωτικές

εγκαταστάσεις στο πολυταλαιπωρημένο Νόβισαντ.

Δολοφόνησαν εκδότη

Βεβαίως, τα χιλιάδες κόκκινα αυγά που μοιράζονταν, παρά τη βροχή, στους

δρόμους του Βελιγραδίου όλη τη μέρα του Πάσχα και χθες δεύτερη μέρα της

μεγαλύτερης γιορτής της Ορθοδοξίας, ήταν μια άλλη, χαρούμενη εικόνα στη

δυστυχισμένη Γιουγκοσλαβία, όπου από προχθές το απόγευμα με τη δολοφονία του

εκδότη Σλάβιο Τσουράβια φάνηκε να βαραίνει το κλίμα.

Ο Τσουράβια, ο οποίος είχε ξεκινήσει την καριέρα του από τη φιλοκυβερνητική ­

επί Τίτο ­ «Μπόρμπα», τα τελευταία χρόνια είχε αλλάξει στάση, κατηγορώντας

ευθέως και πολλές φορές με πολλή ένταση τον Μιλόσεβιτς. Εξέδιδε την εφημερίδα

«Dnevni Telegraf» και ένα περιοδικό. Μετά την έναρξη των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών

η κυβέρνηση τού απαγόρευσε την έκδοση των εντύπων του στο Βελιγράδι και του

επέτρεψε να μεταφέρει την έδρα του στη Βοϊβοντίνα (στον Βορρά).

Η δολοφονία του πάντως έχει προβληματίσει πολλούς υπουργούς στην ομοσπονδιακή

κυβέρνηση αλλά και τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, οι οποίοι δεν ήθελαν σε καμία

περίπτωση να συμβούν «τέτοια προβοκατόρικα γεγονότα», σε μια εποχή μάλιστα

όπου «οι πάντες συσπειρώνονται γύρω από τον Γιουγκοσλάβο πρόεδρο».

Ο Σπ. Κυπριανού

Ίσως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της λογικής που αναπτύσσεται,

πλέον, στο Βελιγράδι και φτάνει ακόμη και σε σκέψεις «επιτέλους ας αρχίσουν οι

χερσαίες επιχειρήσεις, να δούμε κατά πρόσωπο τον εχθρό, να έχει κι αυτός

απώλειες, έστω κι αν στο τέλος νικήσουν», ήταν ό,τι συνέβη με τον Σπύρο

Κυπριανού και τους τρεις Αμερικανούς αξιωματικούς, οι οποίοι έμειναν τελικώς

στα χέρια της Γιουγκοσλαβίας.

Το παρασκήνιο της υπόθεσης δίνει την εντύπωση ότι το Βελιγράδι, πολύ

περισσότερο από την εποχή του Ντέιτον (’95), αντέχει να φτάσει τα πράγματα στα άκρα.

Γι’ αυτό και την παραμονή της αναχώρησης από την Αθήνα του Σπύρου Κυπριανού

για το Βελιγράδι, η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση διεμήνυσε στον πρόεδρο της

κυπριακής Βουλής ότι «αφού βομβαρδίζεται συνεχώς η Γιουγκοσλαβία και δεν

υπάρχει καμία καλή ένδειξη από το ΝΑΤΟ, οι κρατούμενοι δεν μπορεί να επιστραφούν».

Παρ’ όλα αυτά, οι Γιουγκοσλάβοι, όχι μόνον δέχθηκαν τον παλιό τους φίλο ­

υπουργό Εξωτερικών επί Μακαρίου, ο οποίος και διατηρούσε στενές σχέσεις από

παλιά με τον Τίτο και τον Μιλόσεβιτς ­ αλλά και του ζήτησαν να επισκεφθεί την

«Γκουέρνικά» τους, την πόλη Αλέξινατς, όπου έγιναν μεγάλες καταστροφές από

τους βομβαρδισμούς.

«Δείγμα γραφής»

Στις ιδιαίτερες συνομιλίες στο Βελιγράδι, έγινε σαφές στον κ. Κυπριανού ότι θα

είχαν κάθε λόγο να δώσουν τους κρατουμένους σ’ έναν φίλο τους από τα παλιά,

από τότε που «μεσουρανούσε» το κίνημα των αδεσμεύτων, αλλά θα έπρεπε να δώσει

κι ένα «δείγμα γραφής» το ΝΑΤΟ, μιας άλλης πολιτικής.

Έτσι, ο Σπύρος Κυπριανού, γνωρίζοντας τις μύχιες σκέψεις των Γιουγκοσλάβων,

αλλά και επηρεασμένος από τις καταστροφές που είδε, εμφανίσθηκε στις ξένες

τηλεοπτικές κάμερες και έκανε σκληρές δηλώσεις επιρρίπτοντας ευθύνες στο ΝΑΤΟ.

Στις συζητήσεις τόσο με τον Μιλόσεβιτς όσο και με αντιπροσωπεία της

Ομοσπονδιακής Βουλής, ειπώθηκε στον Σπύρο Κυπριανού ότι «το CNN, ενώ δείχνει

στην ευρωπαϊκή εκπομπή του τις βιβλικές καταστροφές, στην αμερικανική εκπομπή

του δεν τις παρουσιάζει, προφανώς για να μην γνωρίζει τίποτα το αμερικανικό κοινό».

ΚΡΑΓΚΟΥΓΕΒΑΤΣ


Στο Κραγκούγεβατς. Με 6 ρουκέτες αποτελείωσαν τις εγκαταστάσεις του

εργοστασίου τής Zastava

Οι μαργαρίτες είναι κίτρινες στους κήπους του εργοστασίου της Zastava, 140

χιλιόμετρα από το Βελιγράδι. Οι κεντρικές, όμως, μονάδες της παραγωγής

αυτοκινήτων είναι πλέον θρύψαλα, χωρίς χρώμα, ένα τοπίο θανάτου!

Ένα λεωφορείο με Αμερικανούς και Ευρωπαίους δημοσιογράφους κι εγώ από την

Ελλάδα ταξιδέψαμε νότια του Βελιγραδίου στην ιστορική πόλη του Β’ Παγκοσμίου

Πολέμου, το Κραγκούγεβατς, για να βρεθούμε ξαφνικά μπροστά σε βαριά

τραυματισμένους εργάτες και σε μια βιομηχανία, τη μεγαλύτερη της

Γιουγκοσλαβίας (38.000 συνολικά εργάτες), βαρύτατα πληγωμένη. Το

Κραγκούγεβατς, η πόλη όπου οι ναζί εξετέλεσαν σε τρεις μέρες… 7.000

κατοίκους και 300 παιδιά, δεν ήταν αυτή που είχα αφήσει πριν από 23 χρόνια.

Όλες οι αλλαγές προς το καλύτερο που είχαν γίνει, ό,τι είχε χτισθεί, τα νέα

κτίρια, οι γέφυρες, τα όμορφα σπίτια, τα αγκάλιαζε η συμφορά του εργοστασίου

που «ζει» την πόλη και τη Γιουγκοσλαβία.

Περπατήσαμε πάνω σε τόνους από σπασμένα γυαλιά και μηχανές. Μόνο σε ένα τμήμα

του εργοστασίου, 140 αυτοκίνητα Yugo είχαν πολτοποιηθεί από το βομβαρδισμό.

Σπασμένοι σωλήνες νερού, καλώδια που κάπνιζαν, οροφές που κρέμονταν, στάχτες,

σίδερα τσαλακωμένα και μια απαίσια μυρωδιά, τόσο αποπνικτική, που σε τραβούσε μακριά.

Άφησαν τόσο κόσμο χωρίς δουλειά

Εφιαλτική είναι η εικόνα ενός τεράστιου συγκροτήματος με… 145 χρόνων

ιστορία, που παρήγε πριν από τον πόλεμο 235.000, συνολικά, αυτοκίνητα το χρόνο

και που η παραγωγή τον τελευταίο καιρό είχε πέσει σε ρυθμούς 8.000 αυτοκινήτων

τον χρόνο.

«Είμαι διευθυντής ενός εργοστασίου που έγινε πλέον στάχτες, που θα χρειασθεί

πολύ καιρό για να σταθεί στα πόδια του», σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Μιλάν Μπέκο.

«Δεν ξέρω τι ήταν χειρότερο, η βιβλική καταστροφή ή ο βομβαρδισμός του ΝΑΤΟ

στις εγκαταστάσεις της Zastava. Μερικές φορές αναρωτιέμαι, είναι τόσο ηλίθιοι

αυτοί που κάνουν πολέμους; Άφησαν τον κόσμο χωρίς δουλειά. Τραυμάτισαν 124

εργάτες και βύθισαν μια σπουδαία πόλη στη θλίψη».

Ο διευθυντής της Zastava Μιλάν Μπέκο, ένας σύγχρονος επιχειρηματίας, με πολλές

διασυνδέσεις στην Ευρώπη, έχει δύο παιδιά.

«Πότε στέλνω τη γυναίκα μου στην Ελλάδα, πότε την κρατάω εδώ. Δεν ξέρω τι

μπορεί να πάθει. Οι βόμβες και οι πύραυλοι δεν σε ειδοποιούν. Έχουμε δύο μικρά

παιδιά, να ζήσουν τουλάχιστον αυτά», μας λέει.

Η Σάνια Σρατς, η 23χρονη συνοδός με τις λαμπρές σπουδές στη μακρινή Κίνα,

εκφράζει τη νέα γενιά.

«Δεν το καταλαβαίνουν οι Αμερικανοί ότι δεν έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε από

αυτούς. Είμαστε πιο μοντέρνοι, περισσότερο ανοιχτά μυαλά και καλύτερη ράτσα.

Γιατί δεν ρωτάνε;».

Και ο Αλεξάντερ Μιγιαΐλοβιτς, ένας άλλος συνοδός, μικρότερος κατά 2 χρόνια από

τη Σάνια, σχολιάζει:

«Τριακόσιες χιλιάδες πληθυσμό έχει το Κραγκούγεβατς. Κάθε μέρα διαδηλώσεις

κάνουν. Νόμιζαν ότι σε 3 μέρες θα έριχναν το ηθικό μας. Δεν μας ξέρουν καλά…».

Αυτή η αδιαφορία για τον πόλεμο και η ψυχραιμία δεν υπάρχει στο χώρο του

νοσοκομείου όπου νοσηλεύονται οι 75 από τους 124 τραυματίες.

«Δεν μπορώ να σταματήσω να κλαίω», λέει από το κρεβάτι του πόνου η 24χρονη

Σάσα Μιλάνοβιτς. «Χάσαμε τη δουλειά μας. Το εργοστάσιο έγινε ερείπια».

ΤΣΟΥΠΡΙΑ.

Στην Τσούπρια, διακόσια χιλιόμετρα νότια του Βελιγραδίου, τριάντα οικογένειες

έκαναν Πάσχα στη βροχή. Δύο γειτονιές ισοπεδώθηκαν από 8 πυραύλους του ΝΑΤΟ,

οι οποίοι έπεσαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Μεγάλης Παρασκευής, ανοίγοντας

τεράστιους κρατήρες. Η εικόνα βιβλική, σοκάρισε όλους μας, πολύ περισσότερο

από μένα τους Αμερικανούς και τους Δυτικοευρωπαίους δημοσιογράφους.

Η 15χρονη Έλενα Στεπάνοβιτς, σκαρφαλωμένη στα κάγκελα του σπιτιού της που

έγινε ερείπια, έχει το βλέμμα απλανές και δεν αντιδρά στις ερωτήσεις που της

γίνονται. Μου έδειξε μία γυναίκα στο βάθος, στα χαλάσματα. Σκονισμένα μαλλιά,

χέρια γεμάτα πληγές, μια γυναίκα γεμάτη πόνο. Η μητέρα της, η Μιλένκα, δίνει εξηγήσεις:

«Την ώρα του βομβαρδισμού ήμασταν όλοι ­ ευτυχώς ­ στο υπόγειο του σπιτιού,

που έχει και πολύ τσιμέντο. Μόνον ο παππούς και η γιαγιά χτύπησαν και τους

έχουμε στο νοσοκομείο. Τώρα βγάζουμε τα ερείπια, να δούμε αν έχει απομείνει

κάτι. Τα παιδιά μας, πάντως, έπαθαν ψυχολογικό σοκ. Και δεν ξέρω πώς θα

συνέλθουν. Η κόρη μας κλαίει συνέχεια».

Στο διπλανό… σπίτι – ερείπιο, η Μαρίνκοβα Ατιλίκε παρατηρεί:

«Τριακόσια μέτρα από εδώ ήταν στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Αλλά ο στρατός έχει

φύγει από μέρες. Άλλωστε, όλες οι στρατιωτικές μονάδες μετακινούνται συνεχώς

για να μην τις βρουν και τις χτυπήσουν. Έτσι την πληρώσαμε εμείς. “Τυφλά”

χτυπήματα. Σπίτια… Όλη η περιουσία μας καταστράφηκε».

Στην Τσούπρια, μία καταπράσινη μικρή πόλη, έχουν σπάσει όλα τα τζάμια. Απ’

όποιο δρόμο και αν περάσεις, τα μαγαζιά έχουν πάθει ζημιές. Πλαστικές ταινίες

έχουν τοποθετηθεί σε όσα ακόμη τζάμια στέκουν και οι κάτοικοι που δεν έπαθαν

τα σπίτια τους μεγάλες ζημιές φιλοξενούν τους αστέγους.

Ορισμένοι έχουν πάθει σοκ και προτιμούν, παρά το κρύο, να πηγαίνουν στα καταφύγια.

Σε κάποια πρόσωπα συναντάς τη μελαγχολία, σε άλλα την απόγνωση, σε άλλα το

φόβο, σε πολλά την αγανάκτηση.

«Κάθε μέρα που περνάει και μας πολεμάνε, αγανακτούμε συνέχεια, όλο και

περισσότερο», μας λέει ο απόστρατος στρατηγός Νικολάι Μαρίνκοβατς.

«Πολέμησα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και τώρα μου λένε ότι θα ξαναμπούν στην

πόλη μου αυτοί που στήριξα και πολέμησα μαζί τους πριν από 60 χρόνια! Αντέχω,

αν και γέροντας. Έχουμε δίκιο. Έχουμε την ηθική με την πλευρά μας. Και δεν

καταλαβαίνω το πείσμα τους. Τι θέλουν να αποδείξουν;».

Ο δρόμος Μιλενοτόμπλιτσα είναι όλο ερείπια, δεξιά και αριστερά. Γίνεται ακόμη

πιο αποκρουστική η εικόνα από τους κρατήρες.

Αλλά την… παράσταση κλέβει ο μικρός Μίλος (10 χρόνων), που κρατάει κομμάτι

από τον πύραυλο ο οποίος έπεσε και τον επιδεικνύει στις κάμερες με μία

απέραντη παιδική αφέλεια, καμαρώνοντας πλάι σ’ ένα πανέμορφο κοριτσάκι.

«Πέσανε 11 βόμβες σε 8 λεπτά», μέτρησε η μικρή Μίρα, η αδελφούλα του. «Θα

γράψουμε και έκθεση γι’ αυτό, μας είπε η δασκάλα. Άμα ανοίξει το σχολείο…».